1-2 Οι Ισραηλίτες έφυγαν από τη Ραφιδίν, και την πρώτη μέρα του τρίτου μήνα μετά την έξοδό τους από την Αίγυπτο έφταναν στην έρημο Σινά. Εκεί κατασκήνωσαν απέναντι από το όρος Σινά,
3 κι ο Μωυσής ανέβηκε στο βουνό για να συναντήσει το Θεό.Τον κάλεσε ο Κύριος από το βουνό και του είπε: «Να τι θα αναγγείλεις στους Ισραηλίτες, τους απογόνους του Ιακώβ:
4 “Είδατε τα όσα έκανα στους Αιγύπτιους, και πώς σας σήκωσα πάνω σε φτερούγες αετού και σας έφερα κοντά μου.
5 Τώρα, αν πραγματικά θελήσετε ν’ ακούσετε τα λόγια μου και να φυλάξετε τη διαθήκη μου, θα είστε δικοί μου, μόνο εσείς, απ’ όλους τους άλλους λαούς. Στην εξουσία μου είναι ολόκληρη η γη,
6 αλλά εσείς θα είστε για μένα βασίλειο ιερέων και έθνος ξεχωριστό”. Αυτά να πεις στους Ισραηλίτες».
7 Ήρθε, λοιπόν, ο Μωυσής, συγκέντρωσε τους πρεσβυτέρους του λαού, και τους ανακοίνωσε όλα αυτά τα λόγια, όπως τον είχε διατάξει ο Κύριος.
8 Τότε όλος ο λαός αποκρίθηκε ομόφωνα: «Ό,τι είπε ο Κύριος θα το πράξουμε». Κι ο Μωυσής ανέφερε τα λόγια του λαού στον Κύριο.
9 Ο Κύριος είπε στο Μωυσή: «Εγώ θα έρθω κοντά σου μέσα σε πυκνό σύννεφο, ώστε ν’ ακούει ο λαός όταν μιλάω μαζί σου και να σου έχει πάντοτε εμπιστοσύνη».Όταν ο Μωυσής ανέφερε στον Κύριο την απάντηση του λαού,
10 ο Κύριος του είπε: «Πήγαινε στο λαό και φρόντισε να εξαγνιστούν και να μείνουν καθαροί σήμερα και αύριο. Να πλύνουν τα ρούχα τους,
11 και να είναι έτοιμοι για την τρίτη μέρα, γιατί την τρίτη μέρα θα κατεβώ στο όρος Σινά, μπροστά στα μάτια όλου του λαού.
12 Γύρω από το βουνό θα βάλεις όρια για το λαό και θα τους πεις να προσέξουν να μην ανέβουν στο βουνό ούτε καν να αγγίξουν τους πρόποδές του. Όποιος πατήσει το πόδι του στο βουνό εξάπαντος θα πεθάνει.
13 Δε θα τον πιάσετε με τα χέρια· θα θανατωθεί από μακριά με πέτρες ή με βέλη, είτε ζώο είναι είτε άνθρωπος. Μόνο όταν η σάλπιγγα σημάνει, τότε θα μπορέσουν κάποιοι ν’ ανέβουν στο βουνό».
14 Ο Μωυσής κατέβηκε από το βουνό, ήρθε κοντά στο λαό και τον εξάγνισε· έπλυναν και τα ρούχα τους.
15 Έπειτα είπε στο λαό: «Ετοιμαστείτε για την τρίτη μέρα· από γυναίκα να απέχετε».
16 Την τρίτη μέρα, λοιπόν, όταν ξημέρωσε, άρχισαν βροντές και αστραπές, κι ένα πυκνό σύννεφο ήρθε και κάθισε πάνω στο βουνό, ενώ η φωνή της σάλπιγγας αντηχούσε δυνατά. Φόβος μεγάλος κατέλαβε όλο το λαό που ήταν στο στρατόπεδο.
17 Τότε ο Μωυσής κάλεσε το λαό να βγει από το στρατόπεδο για να συναντήσει το Θεό και στάθηκαν κοντά στους πρόποδες του βουνού.
18 Το όρος Σινά είχε καλυφθεί ολόκληρο με καπνό, γιατί πάνω του είχε κατεβεί ο Κύριος μέσα σε φωτιά. Ο καπνός ανέβαινε σαν από καμίνι, και το βουνό ολόκληρο σειόταν δυνατά.
19 Ο ήχος της σάλπιγγας ολοένα δυνάμωνε. Ο Μωυσής μιλούσε και ο Θεός τού αποκρινόταν με βροντές.
20 Ο Κύριος, που είχε κατέβει στην κορυφή του όρους Σινά κάλεσε το Μωυσή στην κορυφή του βουνού. Ο Μωυσής ανέβηκε,
21 κι ο Κύριος του είπε: «Κατέβα και ειδοποίησε το λαό να μην πλησιάσουν για να με δουν, γιατί τότε πολλοί απ’ αυτούς θα χάσουν τη ζωή τους.
22 Ακόμα και οι ιερείς, που με πλησιάζουν, πρέπει να εξαγνιστούν για να μην οργιστώ εναντίον τους».
23 Ο Μωυσής είπε στον Κύριο: «Δεν είναι δυνατό να ανεβεί ο λαός στο όρος Σινά, γιατί εσύ μας το απαγόρεψες ρητά και μας είπες να το απομονώσουμε βάζοντας όρια, και να το ανακηρύξουμε άγιο».
24 Ο Κύριος απάντησε: «Πήγαινε, κατέβα κι έπειτα ανέβα πάλι μαζί με τον Ααρών. Οι ιερείς όμως και ο λαός να μην περάσουν τα όρια για να με πλησιάσουν, γιατί θα ξεσπάσει η οργή μου εναντίον τους».
25 Ο Μωυσής κατέβηκε πάλι και τα είπε αυτά στο λαό.