2 Ἦτο ἔγκυος καὶ ἐφώναζε ἀπὸ τοὺς πόνους καὶ τὴν ἀγωνίαν νὰ γεννήσῃ.
3 Ἐφάνηκε τότε ἕνα ἄλλο σημεῖον εἰς τὸν οὐρανόν· ἰδού, ἕνας μεγάλος κόκκινος δράκος μὲ ἑπτὰ κεφάλια καὶ δέκα κέρατα· εἰς τὰ κεφάλια του ἦσαν ἑπτὰ στέμματα.
4 Καὶ ἡ οὐρά του ἔσυρε τὸ τρίτον τῶν ἀστέρων τοῦ οὐρανοῦ καὶ τοὺς ἔρριξε εἰς τὴν γῆν. Ὕστερα ἐστάθηκε ὁ δράκος ἐμπρὸς εἰς τὴν γυναῖκα, ποὺ ἦτο ἑτοιμόγεννη, διὰ νὰ καταφάγῃ τὸ παιδί της, μόλις θὰ τὸ ἐγεννοῦσε.
5 Καὶ ἐγέννησε παιδὶ ἀρσενικό, ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος μέλλει νὰ ποιμάνῃ ὅλα τὰ ἔθνη μὲ σιδερένια ράβδον· ἀλλὰ τὸ παιδί της ἁρπάχτηκε πρὸς τὸν Θεὸν καὶ πρὸς τὸν θρόνον του.
6 Καὶ ἡ γυναῖκα ἔφυγε εἰς τὴν ἔρημον, ὅπου ἔχει τόπον ἑτοιμασμένον δι᾽ αὐτὴν ἀπὸ τὸν Θεόν, διὰ νὰ τὴν τρέφουν ἐκεῖ χίλιες διακόσιες ἑξῆντα ἡμέρες.
7 Ὕστερα ἔγινε πόλεμος εἰς τὸν οὐρανόν· ὁ Μιχαὴλ καὶ οἱ ἄγγελοί του ἐπολεμοῦσαν κατὰ τοῦ δράκου. Ὁ δράκος καὶ οἱ ἄγγελοί του ἐπολέμησαν,
8 ἀλλὰ δὲν ἐνίκησαν, καὶ δὲν εὑρέθηκε πλέον δι᾽ αὐτοὺς τόπος εἰς τὸν οὐρανόν.