1 Ὕστερα μοῦ ἔδειξε τὸν ποταμὸν τοῦ νεροῦ τῆς ζωῆς, ποὺ ἔλαμπε σὰν κρύσταλλο καὶ ὁ ὁποῖος ἐπήγαζε ἀπὸ τὸν θρόνον τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Ἀρνίου.
2 Εἰς τὸ μέσον τῆς πλατείας της, καὶ ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος τοῦ ποταμοῦ καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο, ὑπῆρχε δένδρον ζωῆς, τὸ ὁποῖον κάνει καρποὺς δώδεκα φορές, μίαν κάθε μῆνα, καὶ τὰ φύλλα τοῦ δένδρου χρησιμεύουν πρὸς θεραπείαν τῶν ἐθνῶν.
3 Δὲν θὰ ὑπάρχῃ πλέον ἐκεῖ κανένα ἀνάθεμα. Ὁ θρόνος τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Ἀρνίου θὰ εἶναι ἐκεῖ, καὶ οἱ δοῦλοί του θὰ τὸν λατρεύουν·
4 θὰ ἰδοῦν τὸ πρόσωπόν του καὶ τὸ ὄνομά του θὰ εἶναι εἰς τὰ μέτωπά των.
5 Νύχτα δὲν θὰ ὑπάρχῃ πλέον καὶ δὲν θὰ ὑπάρχῃ ἀνάγκη ἀπὸ λυχνάρι καὶ φῶς τοῦ ἡλίου, διότι ὁ Κύριος ὁ Θεὸς θὰ τοὺς φωτίζῃ καὶ θὰ βασιλεύσουν εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
6 Ὕστερα μοῦ εἶπε, «Αὐτοὶ οἱ λόγοι εἶναι ἀξιόπιστοι καὶ ἀληθινοί. Ὁ Κύριος ὁ Θεὸς τῶν πνευμάτων τῶν προφητῶν ἔστειλε τὸν ἄγγελόν του νὰ δείξῃ εἰς τοὺς δούλους του ἐκεῖνα ποὺ πρέπει νὰ γίνουν γρήγορα.