3 Δὲν θὰ ὑπάρχῃ πλέον ἐκεῖ κανένα ἀνάθεμα. Ὁ θρόνος τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Ἀρνίου θὰ εἶναι ἐκεῖ, καὶ οἱ δοῦλοί του θὰ τὸν λατρεύουν·
4 θὰ ἰδοῦν τὸ πρόσωπόν του καὶ τὸ ὄνομά του θὰ εἶναι εἰς τὰ μέτωπά των.
5 Νύχτα δὲν θὰ ὑπάρχῃ πλέον καὶ δὲν θὰ ὑπάρχῃ ἀνάγκη ἀπὸ λυχνάρι καὶ φῶς τοῦ ἡλίου, διότι ὁ Κύριος ὁ Θεὸς θὰ τοὺς φωτίζῃ καὶ θὰ βασιλεύσουν εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
6 Ὕστερα μοῦ εἶπε, «Αὐτοὶ οἱ λόγοι εἶναι ἀξιόπιστοι καὶ ἀληθινοί. Ὁ Κύριος ὁ Θεὸς τῶν πνευμάτων τῶν προφητῶν ἔστειλε τὸν ἄγγελόν του νὰ δείξῃ εἰς τοὺς δούλους του ἐκεῖνα ποὺ πρέπει νὰ γίνουν γρήγορα.
7 Καὶ ἰδού, ἔρχομαι γρήγορα. Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ τηρεῖ τὰ λόγια τῆς προφητείας τοῦ βιβλίου αὐτοῦ.
8 Ἐγὼ ὁ Ἰωάννης εἶμαι ποὺ ἄκουσα καὶ εἶδα αὐτά. Καὶ ὅταν τὰ ἄκουσα καὶ τὰ εἶδα, ἔπεσα εἰς τὰ πόδια τοῦ ἀγγέλου, ποὺ μοῦ τὰ ἔδειχνε, διὰ νὰ τὸν προσκυνήσω.
9 Ἀλλ᾽ αὐτὸς μοῦ εἶπε, «Πρόσεξε, μή! Εἶμαι δοῦλος σὰν ἐσένα καὶ σὰν τοὺς ἀδελφούς σου τοὺς προφήτας καὶ ἐκείνους ποὺ τηροῦν τὰ λόγια τοῦ βιβλίου αὐτοῦ. Τὸν Θεὸν νὰ προσκυνήσῃς».