6 ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Ἀσὴρ δώδεκα χιλιάδες, ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Νεφθαλεὶμ δώδεκα χιλιάδες, ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Μανασσῆ δώδεκα χιλιάδες,
7 ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Συμεὼν δώδεκα χιλιάδες, ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Λευῒ δώδεκα χιλιάδες, ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Ἰσσάχαρ δώδεκα χιλιάδες,
8 ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Ζαβουλὼν δώδεκα χιλιάδες, ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Ἰωσὴφ δώδεκα χιλιάδες, ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Βενιαμὶν δώδεκα χιλιάδες σφραγισμένοι.
9 Ὕστερα ἀπὸ αὐτά, ἐκύτταξα καὶ ἰδού, λαὸς πολὺς τὸν ὁποῖον κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ μετρήσῃ, ἀπὸ κάθε ἔθνος, ἀπὸ ὅλας τὰς φυλὰς καὶ λαοὺς καὶ γλώσσας, ἐστέκοντο ἐμπρὸς εἰς τὸν θρόνον καὶ ἐμπρὸς εἰς τὸ Ἀρνίον. Ἐφοροῦσαν ἐνδύματα λευκὰ καὶ εἶχαν φοίνικας εἰς τὰ χέρια τους,
10 καὶ ἐφώναζαν μὲ δυνατὴν φωνὴν καὶ ἔλεγαν, «Ἡ σωτηρία ἀνήκει εἰς τὸν Θεόν μας ποὺ κάθεται εἰς τὸν θρόνον, καὶ εἰς τὸ Ἀρνίον».
11 Καὶ ὅλοι οἱ ἄγγελοι ἐστέκοντο γύρω ἀπὸ τὸν θρόνον, γύρω ἀπὸ τοὺς πρεσβυτέρους καὶ τὰ τέσσερα ζωντανὰ ὄντα, καὶ ἔπεσαν μὲ τὰ πρόσωπά των ἐμπρὸς εἰς τὸν θρόνον καὶ προσκύνησαν τὸν Θεόν,
12 καὶ ἔλεγαν, «Ἀμήν. Ὁ ὕμνος καὶ ἡ δόξα καὶ ἡ σοφία, ἡ εὐχαριστία καὶ ἡ τιμή, ἡ δύναμις καὶ ἡ ἰσχὺς ἀνήκει εἰς τὸν Θεόν μας εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».