6 Τότε οἱ ἑπτὰ ἄγγελοι, ποὺ εἶχαν τὶς ἑπτὰ σάλπιγγες, ἑτοιμάσθησαν νὰ σαλπίσουν.
7 Ὁ πρῶτος ἄγγελος ἐσάλπισε καὶ ἦλθε χάλαζα καὶ φωτιά, ἀνακατωμένα μὲ αἷμα, τὰ ὁποῖα ἐρρίχθηκαν εἰς τὴν γῆν· καὶ τὸ τρίτον τῆς γῆς ἐκάηκε καὶ τὸ τρίτον τῶν δένδρων ἐκάηκε καὶ κάθε χλωρὸ χορτάρι ἐκάηκε.
8 Ὁ δεύτερος ἄγγελος ἐσάλπισε καὶ σὰν ἕνα μεγάλο βουνὸ ποὺ καιότανε ἐρρίχθηκε εἰς τὴν θάλασσαν· καὶ ἔγινε τὸ τρίτον τῆς θαλάσσης αἷμα,
9 τὸ τρίτον ἀπὸ τὰ ζωντανὰ δημιουργήματα, ποὺ ἦσαν εἰς τὴν θάλασσαν, πέθαναν, καὶ τὸ τρίτον τῶν πλοίων κατεστράφηκε.
10 Ὁ τρίτος ἄγγελος ἐσάλπισε καὶ ἔπεσε ἀπὸ τὸν οὐρανὸν ἕνα μεγάλο ἄστρον ποὺ καιότανε σὰν λαμπάδα καὶ ἔπεσε ἐπάνω εἰς τὸ τρίτον τῶν ποταμῶν καὶ ἐπάνω εἰς τὰς πηγὰς τῶν νερῶν.
11 Τὸ ἄστρον λέγεται Ἄψινθος. Καὶ μετεβλήθη τὸ τρίτον ἀπὸ τὰ νερὰ σὲ ἄψινθον καὶ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους πέθαναν ἀπὸ τὰ νερά, διότι εἶχαν γίνει πικρά.
12 Ὁ τέταρτος ἄγγελος ἐσάλπισε καὶ κτυπήθηκε τὸ τρίτον τοῦ ἡλίου καὶ τὸ τρίτον τῆς σελήνης καὶ τὸ τρίτον τῶν ἀστέρων, ὥστε τὸ τρίτον μέρος των νὰ σκοτισθῇ, καὶ τὸ τρίτον τῆς ἡμέρας δὲν εἶχε φῶς· ὁμοίως καὶ ἡ νύχτα.