11 Στη Βαιθήλ κατοικούσε ένας γέροντας προφήτης. Οι γιοι του ήρθαν και του διηγήθηκαν όλα όσα έκανε ο άνθρωπος του Θεού εκείνη την ημέρα στη Βαιθήλ, καθώς και τα λόγια που είπε στο βασιλιά.
12 Ο πατέρας τους τους ρώτησε: «Ποιο δρόμο πήρε ο προφήτης;» Οι γιοι του του έδειξαν το δρόμο που πήρε ο άνθρωπος του Θεού που είχε έρθει απ’ τον Ιούδα.
13 Τότε είπε στους γιους του: «Σαμαρώστε μου το γαϊδούρι». Του το σαμάρωσαν, ανέβηκε πάνω του,
14 κι ακολούθησε το δρόμο που είχε πάρει ο άνθρωπος του Θεού.Τον βρήκε να κάθεται κάτω από μια βελανιδιά, και τον ρώτησε: «Εσύ είσαι ο άνθρωπος του Θεού, που ήρθε από τη χώρα του Ιούδα;» Εκείνος απάντησε: «Εγώ είμαι».
15 «Έλα μαζί μου, στο σπίτι», του λέει, «να φας κάτι».
16 Ο προφήτης απάντησε: «Δεν μπορώ να γυρίσω και να έρθω μαζί σου. Δε θα φάω και δε θα πιω τίποτε μαζί σου σ’ αυτόν εδώ τον τόπο.
17 Η εντολή που μου δόθηκε με το λόγο του Θεού είναι να μη φάω και να μην πιω τίποτα εδώ, μήτε να γυρίσω πίσω από το δρόμο απ’ όπου είχα έρθει».