3 Αυτός όταν το έμαθε είπε: «Ούτε να τους δω δεν θέλω».
4 Ο στρατός τούς σκότωσε επιτόπου κι έτσι ο Δημήτριος κατέλαβε το θρόνο.
5 Τότε ήρθαν σ’ αυτόν όλοι οι άπιστοι και ασεβείς Ισραηλίτες με αρχηγό τους τον Άλκιμο, ο οποίος ήθελε να γίνει αρχιερέας.
6 Αυτοί κατηγόρησαν όλους τους άλλους Ιουδαίους στο βασιλιά: «Ο Ιούδας και τ’ αδέρφια του», του είπαν, «σκότωσαν όλους τους συντρόφους σου, κι εμάς μας έδιωξαν από τη χώρα μας.
7 Στείλε, λοιπόν, έναν έμπιστό σου να πάει και να δει όλη την καταστροφή, που έχει προξενήσει ο Ιούδας στις περιοχές μας και στις βασιλικές κτήσεις κι ας τιμωρήσει τον Ιούδα, τ’ αδέρφια του και όλους τους συνεργάτες τους».
8 Τότε ο βασιλιάς Δημήτριος διάλεξε το Βακχίδη, έναν από τους ονομαζόμενους φίλους του, που κυβερνούσε στην περιοχή πέρα από τον Ευφράτη ποταμό. Αυτός ήταν άνθρωπος επιφανής στο βασίλειο και έμπιστος του βασιλιά.
9 Μαζί του ο Δημήτριος έστειλε και τον ασεβή Άλκιμο, τον οποίο έκανε αρχιερέα και τον διέταξε να εκδικηθεί τους Ισραηλίτες για το κακό που είχαν κάνει.