9 Όταν έφτασαν στο αλώνι του Χειδών, ο Ουζζά άπλωσε το χέρι του για να συγκρατήσει την κιβωτό, γιατί τα βόδια την είχαν γείρει.
10 Αμέσως ο Κύριος οργίστηκε εναντίον του Ουζζά και τον τιμώρησε που τόλμησε ν’ αγγίξει την κιβωτό· πέθανε εκεί ενώπιον του Θεού.
11 Όταν είδε ο Δαβίδ ότι ο Κύριος ξέσπασε πάνω στον Ουζζά και τον έπληξε θανάσιμα, λυπήθηκε, κι ονόμασε τη θέση εκείνη Φαρές-Ουζζά (Θάνατος του Ουζζά), όπως λέγεται μέχρι σήμερα.
12 Εκείνη την ημέρα ο Δαβίδ φοβήθηκε το Θεό και είπε: «Πώς είναι δυνατόν τώρα να πάρω μαζί μου την κιβωτό του Θεού;»
13 Έτσι δεν έφερε την κιβωτό στο σπίτι του, στην Πόλη Δαβίδ, αλλά την πήγε στο σπίτι ενός Γαθίτη, του Ωβήδ-Εδώμ.
14 Η κιβωτός του Θεού έμεινε στο σπίτι του Ωβήδ-Εδώμ τρεις μήνες. Κι ο Κύριος ευλόγησε την οικογένεια αυτού του ανθρώπου και όλα όσα είχε.