1 Γιατί να μην είσ’ αδερφός μου,να ’χεις της μάνας μου θηλάσει τους μαστούς!Τότε θα σ’ έβρισκα έξω και θα σε φιλούσακαι κανενός δε θα ’χα την καταφρόνεση.
2 Θα σε οδηγούσα και θα σ’ έφερναστης μάνας μου το σπίτι,κι εκεί θα με δασκάλευες.Κρασί μοσχάτο θα σε πότιζακι απ’ των ροδιών μου το χυμό να πιεις.
3 Το αριστερό του χέρι κάτω απ’ το κεφάλι μουκαι το δεξί του με κρατάει στην αγκαλιά του.
4 Σας εξορκίζω, κόρες της Ιερουσαλήμ,σ’ όσα ζαρκάδια κι ελαφίνες έχει ο κάμπος,μην την ταράξτε μην αναστατώστε την αγάπη μαςώσπου μονάχη της να το θελήσει.