2 Ο Άβραμ απάντησε: «Δέσποτα Κύριε, τι θα μου δώσεις; Εγώ φεύγω άτεκνος· και κληρονόμος του σπιτιού μου είναι ο Ελιέζερ από τη Δαμασκό».
3 Και πρόσθεσε: «Αφού δεν μου έδωσες απογόνους, θα με κληρονομήσει ο δούλος του σπιτιού μου».
4 Ο Κύριος του αποκρίθηκε: «Δε θα σε κληρονομήσει αυτός, αλλά εκείνος που θα βγει από τα σπλάχνα σου».
5 Τον έφερε τότε έξω και του είπε: «Κοίτα τον ουρανό και μέτρα τ’ αστέρια, αν μπορείς να τα μετρήσεις. Έτσι αναρίθμητοι θα είναι και οι απόγονοί σου».
6 Ο Άβραμ πίστεψε στον Κύριο και γι’ αυτή του την πίστη ο Κύριος τον αναγνώρισε δίκαιο.
7 Του είπε ακόμα: «Εγώ είμαι ο Κύριος, που σε έβγαλα από την Ουρ των Χαλδαίων, για να σου δώσω αυτή τη χώρα για ιδιοκτησία σου».
8 Ο Άβραμ ρώτησε: «Δέσποτα Κύριε, πώς θα ξέρω ότι θα είναι δική μου;»