5 Η γη απ’ τους κατοίκους της μολύνθηκε, γιατί τους νόμους παραβήκαν, τις εντολές τις καταπάτησαν, αθέτησαν και την αιώνια διαθήκη.
6 Γι’ αυτό η κατάρα κατατρώει τη γη κι οι κάτοικοί της τιμωρούνται. Κάηκαν οι κάτοικοι της γης, δεν έμειναν παρά μονάχα λίγοι.
7 Μαραίνεται το αμπέλι, στερεύει το κρασί, όλοι όσοι ήταν χαρούμενοι στενάζουν.
8 Ο εύθυμος ήχος των τυμπάνων σταμάτησε, ο θόρυβος εκείνων που ξεφάντωναν τελείωσε, κι οι τόνοι της κιθάρας οι χαρούμενοι σωπάσαν.
9 Δεν τραγουδούν πια πίνοντας κρασί· πικρή είν’ η γεύση των ποτών για κείνους που τα πίνουν.
10 Η εγκαταλειμμένη πόλη καταστράφηκε· όλα τα σπίτια κλείστηκαν, κανένας πια δεν μπαίνει εκεί.
11 Θρηνούν στους δρόμους· δεν υπάρχει πια κρασί, κάθε ευθυμία χάθηκε. Έφυγε η χαρά απ’ τη χώρα.