23 Κοιτώ τη γη: έρημη είναι κι ασχημάτιστη· κοιτώ τους ουρανούς: ούτ’ ένα αστέρι.
24 Κοιτάζω τα βουνά: τρέμουν· όλοι οι λόφοι τραντάζονται.
25 Ψάχνω για ανθρώπους μα δε βρίσκω ούτ’ έναν· και για πουλιά, μα όλα έχουνε φύγει.
26 Κοιτώ την εύφορη τη γη: έγινε έρημος. Όλες οι πόλεις είναι ερείπια απ’ του Κυρίου το φοβερό θυμό.
27 Κι όλα αυτά, γιατί ο Κύριος είχε πει: «Όλη η χώρα θα ερημωθεί, αλλά ολοκληρωτική καταστροφή δεν θα προξενήσω.
28 Για τούτο θα πενθήσει η χώρα, θα σκοτεινιάσει ο ουρανός. Εγώ ο Κύριος μίλησα κι αποφάσισα· δε θα μετανιώσω ούτε θ’ ανακαλέσω».
29 Όλοι οι κάτοικοι της χώρας φεύγουν από το θόρυβο που κάνουν οι καβαλάρηδες· έρχονται οι τοξότες στα δάση κι ανεβαίνουν στους βράχους. Όλες οι πόλεις εγκαταλείπονται· κανένας πια δεν κατοικεί σ’ αυτές!