1 Την πρώτη μέρα του μήνα, του ενδέκατου έτους της αιχμαλωσίας μας, ο Κύριος μου είπε:
2 «Η Τύρος, άνθρωπε, θριαμβολόγησε εναντίον της Ιερουσαλήμ και είπε: “θαυμάσια! Η πύλη των λαών έγινε κομμάτια! Σειρά μου να χορτάσω, τώρα που αυτή είναι έρημη!”
3 Γι’ αυτό κι εγώ, ο Κύριος ο Θεός, τής λέω:»“Είμαι εναντίον σου, Τύρος, και θα ξεσηκώσω εναντίον σου έθνη πολλά, όπως η θάλασσα ξεσηκώνει τα κύματά της.
4 Θα καταστρέψουν τα τείχη σου και θα γκρεμίσουν τους πύργους σου. Εγώ θα σαρώσω τα ερείπιά σου και το χώμα σου και θα σε αφήσω βράχο γυμνό.
5 Θα μείνεις ένας τόπος τόσος δα καταμεσής της θάλασσας, ίσα για να στεγνώνουνε τα δίχτυα και θα γίνεις λάφυρο των εθνών. Εγώ ο Κύριος, ο Θεός, θα το πραγματοποιήσω.