3 Παίρνουνε το γαϊδούρι απ’ τα ορφανά,από τη χήρα αρπάζουν γιαενέχυρο το βόδι.
4 Παραμερίζουν τους φτωχούς στο δρόμοκι όλους τους άπορους της χώραςτους αναγκάζουνε να καταχωνιαστούν.
5 Και να που οι άμοιροι, σαν τα γαϊδούρια τ’ άγρια,στην έρημο τραβούν απ’ την αυγή για να δουλέψουν,να βρουν τροφή.Και περιμένουν απ’ την έρημο να θρέψει τα παιδιά τους.
6 Μαζεύουν ό,τι απ’ το θέρο απόμεινεστου πλούσιου το χωράφικι ό,τι απ’ τον τρύγο απόμεινε στ’ αμπέλι του.
7 Γυμνοί περνούν τη νύχτα τουςκαι δίχως σκέπασμα,από την παγωνιά να τους φυλάξει.
8 Μουσκεύουν πάνω στα βουνά απ’ τις νεροποντές,στους βράχους πλάι στριμώχνονταιγια να προστατευτούνε.
9 Αρπάζουνε το βρέφος που θηλάζειοι άδικοι από τη χήρα μάνα τουκαι παίρνουν από το φτωχόγια ενέχυρο το ρούχο.