18 Βρίσκουν την ησυχία τους και οι δεσμώτες,χωρίς ν’ ακούνε των φυλάκων τις φωνές.
19 Εκεί αντάμα βρίσκονται κι ο άσημος κι ο ξακουστός,κι ο δούλος είναι ελεύθεροςαπό τον κύριό του.
20 Γιατί να συνεχίζει ο κουρασμένοςνα βλέπει της ζωής το φως;Γιατί σε μάκρος να τραβάη ζωή των πικραμένων;
21 Καρτερούν το θάνατοκι αυτός δεν έρχεταικαι τον γυρεύουν πιότεροκι από κρυμμένο θησαυρό.
22 Θα ’ταν πανευτυχείς, θα ’ταν πασίχαροιαν βρίσκαν έναν τάφο.
23 Γιατί να ζει ο άνθρωποςπου στα τυφλά βαδίζει,που σ’ αδιέξοδοτον έχει φέρει ο Θεός;
24 Έχω τροφή τους στεναγμούςκαι σαν νερό ξεχύνονται οι κραυγές μου·