15 Ο φόβος με κυρίεψε·έφυγε σαν ανέμου φύσημα η αξιοπρέπειά μουκαι πέρασε η ευτυχία μου σαν σύννεφο.
16 Και τώρα πλησιάζω να πεθάνω·της δυστυχίας οι μέρες με πολιορκούν.
17 Τη νύχτα οι πόνοι διαπερνούν τα κόκαλά μουπου λες και θέλουναπ’ το σώμα μου να βγουν·τα νεύρα μου δεν βρίσκουν ησυχία.
18 Ο Θεός με άδραξε από το ρούχο μου,με σφίγγει καθώς το περιλαίμιο του χιτώνα μου.
19 Μέσα στη λάσπη μ’ έριξεκι έγινα σαν το χώμα και τη στάχτη.
20 Θεέ μου, σου φωνάζω, μα συ δεν μου αποκρίνεσαι·μπροστά σου στέκομαι,μα εσύ με τη ματιά σου με καρφώνεις.
21 Έγινες ανελέητος για μένακαι με χτυπάς με της γροθιάς σου όλη τη δύναμη.