2 Αν σου μιλήσω, μήπως σε λυπήσω;Ύστερα απ’ όσα είπες,δεν το αντέχω να σιωπώ!
3 Εσύ νουθέτησες πολλούςκαι χέρια ασθενικά δυνάμωσες.
4 Τα λόγια σου στήριζανεκείνους που σκοντάφταν,και τόνωναν τα γόνατα που λύγιζαν.
5 Μα τώρα που ήρθε η σειρά σου,εσύ δειλιάζεις!Οι συμφορές σ’ αγγίξανε και τρόμαξες.
6 Η ευσέβειά σου δεν σου δίνει στήριγμα;και η άμεμπτη ζωή σουδεν σου προσθέτει ελπίδα;
7 Μήπως θυμάσαι κάποιον αθώο που να χάθηκε,ή κάποιους τίμιουςπου να εξολοθρευτήκαν;
8 Εγώ το ’χω παρατηρήσει:όσοι καλλιεργούν την αδικίακαι σπέρνουνε τη συμφορά,αυτοί αδικία και συμφορά θερίζουν.