16 Χαλίκια με τα δόντια μου με έκανε να φάω.Μ’ έριξε μες στη στάχτη,
17 μου πήρε την ειρήνη της ψυχής μου,τι είναι ευτυχία το λησμόνησα,
18 και είπα: «Χάθηκε η δύναμή μου,αυτή η ελπίδα που ερχόταν απ’ τον Κύριο».
19 Ν’ αναλογίζομαι τη θλίψη και την ταλαιπωρία μουείναι δηλητήριο και χολή.
20 Αδιάκοπα τα σκέφτομαι και θλίβεται η ψυχή μου.
21 Μα η ελπίδα έρχεται ετούτο όταν θυμάμαι:
22 πως του Κυρίου η ευσπλαχνία δεν εξαντλήθηκε,ούτε και τέλειωσε το έλεός του.