Σοφια Σολομωντοσ 13:10-16 TGVD

10 Δυστυχισμένοι αυτοί που στηρίζουν την ελπίδα τους σε πράγματα νεκρά! Ονόμασαν “θεούς” τα ανθρώπινα κατασκευάσματα, δηλαδή τα περίτεχνα χρυσά και ασημένια ομοιώματα ζώων ή τα άχρηστα λιθάρια, που τα φιλοτέχνησε κάποιο αρχαίο χέρι.

11 Κάποιος ξυλουργός πριόνισε ένα ευκολομεταχείριστο κλαρί δέντρου, έξυσε με επιμέλεια όλη την εξωτερική του φλούδα, το επεξεργάστηκε με τέχνη και κατασκεύασε ένα χρήσιμο αντικείμενο για καθημερινή χρήση.

12 Ό,τι περίσσεψε απ’ αυτή την εργασία, το χρησιμοποίησε για τη φωτιά και μαγείρεψε φαγητό με το οποίο και χόρτασε την πείνα του.

13 Ανάμεσα σ’ αυτά τα ξύλα όμως βρέθηκε κι ένα τελείως άχρηστο κομμάτι, στραβό και γεμάτο ρόζους· ο ξυλουργός το πλάνισε με επιμέλεια κάποια ώρα που ξεκουραζόταν, όταν δεν είχε τίποτε καλύτερο να κάνει, και με την πείρα της τέχνης του του έδωσε μια συγκεκριμένη ανθρώπινη μορφή

14 ή τη μορφή κάποιου ευτελούς ζώου. Μετά το σκέπασε με κοκκινόχωμα και κοκκίνισε την επιφάνειά του με φύκια, για να καλύψει τα στίγματα του ξύλου.

15 Ύστερα το κατασκεύασμα αυτό το τοποθέτησε στον τοίχο σε μια ταιριαστή υποδοχή που είχε προετοιμάσει, και το στερέωσε με σιδερένια καρφιά.

16 Προνόησε γι’ αυτό ο κατασκευαστής του, για να μην πέσει κάτω. Ήξερε ότι αυτό το ίδιο δεν μπορούσε να βοηθήσει τον εαυτό του, ακριβώς γιατί ήταν ένα απλό είδωλο και είχε ανάγκη από βοήθεια.