1 Είπαν λοιπόν μέσα τους χωρίς να σκεφτούν σωστά: «Σύντομη και γεμάτη λύπες είναι η ζωή μας· ο θάνατος του ανθρώπου δεν μπορεί να αποτραπεί· μήπως γνωρίσαμε κανέναν που να γύρισε απ’ τον άδη;
2 Τυχαία δημιουργηθήκαμε· και μετά το θάνατο θα πάμε στην ανυπαρξία. Η αναπνοή μας είναι σαν την πάχνη κι οι σκέψεις μας είναι σπίθες που πετάγονται καθώς χτυπάει η καρδιά μας.
3 Όταν αυτή η σπίθα σβήσει, στάχτη το σώμα μας θα γίνει και σαν αδύναμο αεράκι το πνεύμα μας θα σκορπιστεί.
4 Με τον καιρό οι άνθρωποι θα μας ξεχάσουν· κανείς δε θα θυμάται πια τα έργα μας. Η ζωή μας σαν σύννεφο θα περάσει και σαν καταχνιά θα σκορπιστεί κυνηγημένη από του ήλιου τις αχτίδες, διαλυμένη απ’ τη θερμότητά του.
5 Η ζωή μας περνάει σαν σκιά και η στιγμή του τέλους μας δεν επαναλαμβάνεται. Το τέλος μας είναι προκαθορισμένο κι από το θάνατο δεν υπάρχει γυρισμός.
6 «Εμπρός λοιπόν, να χαρούμε τη ζωή!» σκέφτονται. «Όλα να τ’ απολαύσουμε σ’ αυτό τον κόσμο με την ανεμελιά της νιότης μας!