4 Ακούτε! Κραυγάζει ο μισθός των εργατών που θέρισαν τα χωράφια σας κι εσείς τους τον στερήσατε· και οι κραυγές των θεριστών έφτασαν ως στ’ αυτιά του παντοδύναμου Κυρίου.
5 Ζήσατε πάνω στη γη με απολαύσεις και σπατάλες. Παχύνατε σαν τα ζώα, που τα πάνε για σφάξιμο.
6 Καταδικάσατε και φονεύσατε τον αθώο· δε σας πρόβαλε αντίσταση καμιά.
7 Λοιπόν, αδερφοί, κάνετε υπομονή, ώσπου να ’ρθει ο Κύριος. Κοιτάξτε πώς ο γεωργός περιμένει τον πολύτιμο καρπό του χωραφιού, καρτερώντας με υπομονή να πέσει η πρώιμη κι η όψιμη βροχή.
8 Κάνετε κι εσείς υπομονή. Πάρτε θάρρος, γιατί όπου να ’ναι ο Κύριος έρχεται.
9 Μην αγανακτείτε, αδερφοί, ο ένας εναντίον του άλλου, για να μην καταδικαστείτε. Νάτος ο κριτής, στέκεται κιόλας μπροστά στην πόρτα.
10 Αδερφοί μου, πάρτε για παράδειγμα καρτερικότητας στις θλίψεις τους προφήτες, που μίλησαν στο όνομα του Κυρίου.