10 Κι αφού έριξε τη ματιά του σ’ όλους αυτούς γύρω, είπε στον παράλυτο: «Τέντωσε το χέρι σου». Αυτός το έκανε, και το χέρι του έγινε καλά σαν το άλλο.
11 Εκείνοι τότε έγιναν έξω φρενών και συζητούσαν μεταξύ τους τι θα ’πρεπε να κάνουν εναντίον του Ιησού.
12 Εκείνες τις ημέρες ανέβηκε ο Ιησούς στο βουνό για να προσευχηθεί. Όλη τη νύχτα προσευχόταν στο Θεό.
13 Όταν ξημέρωσε, φώναξε κοντά του τους μαθητές του κι απ’ αυτούς διάλεξε δώδεκα, τους οποίους ονόμασε αποστόλους:
14 Το Σίμωνα, που του έδωσε το όνομα Πέτρος, και τον αδερφό του τον Ανδρέα· τον Ιάκωβο, τον Ιωάννη, το Φίλιππο, το Βαρθολομαίο·
15 το Ματθαίο, το Θωμά, τον Ιάκωβο, γιο του Αλφαίου, το Σίμωνα, που λεγόταν Ζηλωτής·
16 τον Ιούδα, γιο του Ιακώβου, και τον Ιούδα τον Ισκαριώτη, αυτόν που έγινε προδότης.