4 Απεναντίας, οι συνετές πήραν μαζί με τα λυχνάρια τους και λάδι στα δοχεία τους.
5 Επειδή όμως ο γαμπρός αργοπορούσε, νύσταξαν όλες και κοιμήθηκαν.
6 Κατά τα μεσάνυχτα ακούστηκε μια φωνή: “έρχεται ο γαμπρός· βγείτε να τον προϋπαντήσετε!”
7 Όλες, λοιπόν, οι παρθένες σηκώθηκαν και τακτοποίησαν τα λυχνάρια τους.
8 Οι άμυαλες είπαν τότε στις συνετές: “δώστε μας από το λάδι σας, γιατί τα λυχνάρια μας σβήνουν”.
9 Οι συνετές όμως απάντησαν: “όχι, γιατί δε θα φτάσει και για μας και για σας· καλύτερα, πηγαίνετε στους πωλητές ν’ αγοράσετε για δικό σας”.
10 Αλλά ενώ πήγαιναν ν’ αγοράσουν λάδι, ήρθε ο γαμπρός. Τότε οι έτοιμες παρθένες μπήκαν μαζί του στη γιορτή του γάμου, και έκλεισε η πόρτα.