48 Κι αμέσως ένας απ’ αυτούς πήγε και πήρε ένα σφουγγάρι, το βούτηξε στο ξίδι και, αφού το στέριωσε πάνω σ’ ένα καλάμι, του έδωσε να πιει.
49 Οι υπόλοιποι έλεγαν: «Άσε να δούμε αν θα ’ρθει ο Ηλίας να τον σώσει».
50 Ο Ιησούς έβγαλε πάλι μια δυνατή κραυγή και άφησε την τελευταία του πνοή.
51 Τότε το καταπέτασμα του ναού σκίστηκε στα δύο, από πάνω ως κάτω, η γη σείστηκε,
52 έσπασαν οι ταφόπετρες κι άνοιξαν τα μνήματα. Πολλοί άγιοι που είχαν πεθάνει αναστήθηκαν
53 και βγήκαν από τα μνήματα, και μετά την ανάσταση του Ιησού μπήκαν στην άγια πόλη της Ιερουσαλήμ κι εμφανίστηκαν σε πολλούς.
54 Ο Ρωμαίος εκατόνταρχος και οι στρατιώτες που φύλαγαν μαζί του τον Ιησού, όταν είδαν το σεισμό και τ’ άλλα συμβάντα, φοβήθηκαν πάρα πολύ και είπαν: «Στ’ αλήθεια, αυτός ήταν Υιός Θεού».