19 Ο νεαρός Αδάδ απέκτησε την εύνοια του Φαραώ, ο οποίος του έδωσε γυναίκα την αδερφή της γυναίκας του, της βασίλισσας Ταχπενές.
20 Η αδερφή της Ταχπενές γέννησε στον Αδάδ γιο, το Γενουβάθ, τον οποίο τον ανέθρεψε η ίδια μέσα στο ανάκτορο του Φαραώ. Εκεί ο Γενουβάθ ζούσε συντροφιά με τους κανονικούς γιους του Φαραώ.
21 Όταν έμαθε ο Αδάδ στην Αίγυπτο ότι πέθανε ο Δαβίδ κι ο αρχιστράτηγος Ιωάβ, είπε στο Φαραώ: «Άφησέ με να γυρίσω στην πατρίδα μου».
22 Ο Φαραώ τον ρώτησε: «Τι σου λείπει κοντά μου και ζητάς να γυρίσεις στην πατρίδα σου;» Αυτός είπε: «Τίποτα. Άφησέ με, όμως, να γυρίσω».
23 Αλλά ο Θεός ξεσήκωσε ενάντια στο Σολομώντα κι άλλον εχθρό: το Ρεζών, γιο του Ελιαδά. Ο Ρεζών είχε δραπετεύσει από τον κύριό του, τον Αδαδέζερ, βασιλιά της Σωβά.
24 Την εποχή που ο Δαβίδ είχε κατατροπώσει το στρατό του Αδεδέζερ, ο Ρεζών συγκέντρωσε γύρω του διάφορους ανθρώπους κι είχε γίνει αρχηγός συμμορίας. Κατέφυγε στη Δαμασκό όπου και εγκαταστάθηκε και κατέληξε να πάρει εκεί την εξουσία στα χέρια του.
25 Ο Ρεζών ήταν, λοιπόν, εχθρός των Ισραηλιτών, όλο το διάστημα της βασιλείας του Σολομώντα. Και ως βασιλιάς των Συρίων έκανε το ίδιο κακό που είχε κάνει και ο Αδάδ: έτρεφε μίσος για τους Ισραηλίτες.