11 Ο βασιλιάς έστειλε πάλι άλλον πεντηκόνταρχο με τους πενήντα άντρες του· βρήκε τον Ηλία και του είπε: «Άνθρωπε του Θεού, ο βασιλιάς προστάζει να κατεβείς γρήγορα!»
12 Ο Ηλίας του απάντησε: «Αν εγώ είμαι άνθρωπος του Θεού, φωτιά να πέσει από τον ουρανό και να κάνει στάχτη εσένα και τους πενήντα άντρες σου». Αμέσως πάλι έπεσε φωτιά από τον ουρανό κι έκανε στάχτη αυτόν και τους πενήντα άντρες του.
13 Ο βασιλιάς έστειλε και τρίτον πεντηκόνταρχο με τους πενήντα άντρες του. Αυτός ανέβηκε στο βουνό και ήρθε στον Ηλία, έπεσε γονατιστός μπροστά του και τον ικέτευε μ’ αυτά τα λόγια: «Άνθρωπε του Θεού, σε παρακαλώ, λυπήσου τη ζωή μου και τη ζωή αυτών των πενήντα δούλων σου και μη μας εξαφανίσεις.
14 Ξέρω πως έπεσε φωτιά από τον ουρανό κι έκανε στάχτη τους δύο προηγούμενους πεντηκόνταρχους με τους πενήντα άντρες τους. Τώρα όμως εγώ σε ικετεύω, λυπήσου τη ζωή μου!»
15 Τότε ο άγγελος του Κυρίου είπε στον Ηλία: «Κατέβα μαζί του· μην τον φοβάσαι». Ο Ηλίας κατέβηκε μαζί του, πήγε στο βασιλιά
16 και του είπε: «Άκου τι λέει ο Κύριος: επειδή έστειλες ανθρώπους να συμβουλευτείς το Βεελζεβούλ, το θεό της Εκρών, σαν να μην υπήρχε Θεός στον Ισραήλ να τον συμβουλευτείς, γι’ αυτό δε θα σηκωθείς ποτέ από το κρεβάτι σου· θα πεθάνεις το δίχως άλλο εκεί».
17 Πράγματι ο Οχοζίας πέθανε σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου που του τον μετέφερε ο Ηλίας. Επειδή όμως ο Οχοζίας δεν είχε γιο, τον διαδέχτηκε στο θρόνο ο αδερφός του ο Ιωράμ. Αυτός έγινε βασιλιάς στον Ισραήλ το δεύτερο έτος της βασιλείας του Ιωράμ, γιου του Ιωσαφάτ, στον Ιούδα.