10 Έστησαν πέτρινες και ξύλινες λατρευτικές στήλες στα υψώματα, κάτω από τις σκιές των δέντρων.
11 Κι εκεί, στους ιερούς τόπους, πρόσφεραν θυμίαμα, όπως έκαναν τα έθνη εκείνα, που ο Κύριος τα είχε διώξει από τη χώρα τους για να κατοικήσουν οι Ισραηλίτες. Αμάρτησαν σε βαθμό τέτοιο, που εξόργισαν τον Κύριο.
12 Κι έφτασαν να λατρεύουν τα είδωλα, μολονότι ο Κύριος τους το είχε ρητά απαγορεύσει.
13 Ο Κύριος προειδοποίησε και τον Ισραήλ και τον Ιούδα με τους απεσταλμένους και τους Βλέποντες: «Αφήστε», τους έλεγε, «τον κακό τρόπο ζωής σας και τηρήστε τις εντολές μου και τα προστάγματά μου, τα οποία βρίσκονται στο νόμο που έδωσα στους προγόνους σας και τον γνωστοποίησα και σ’ εσάς με τους δούλους μου, τους προφήτες».
14 Αυτοί όμως πείσμωσαν και δεν άκουσαν, όπως δεν άκουγαν και οι πρόγονοί τους, που δεν πίστευαν στον Κύριο, το Θεό τους.
15 Απέρριψαν τους νόμους που τους είχε δώσει ο Κύριος, τα προστάγματά του και τη διαθήκη, που είχε κάνει με τους προπάτορές τους. Προσκύνησαν κίβδηλους θεούς κι έγιναν και οι ίδιοι κίβδηλοι, όπως τα γύρω ειδωλολατρικά έθνη, που ο Κύριος τους είχε διατάξει να μην τα μιμηθούν.
16 Αγνόησαν όλες τις εντολές του Κυρίου, του Θεού τους, και κατασκεύασαν δύο ομοιώματα μοσχαριών από χυτό μέταλλο. Ακόμη κατασκεύασαν και μια ξύλινη λατρευτική στήλη, προσκύνησαν τ’ αστέρια του ουρανού και λάτρεψαν το Βάαλ.