Β΄ Βασιλεων (Ή Βασιλειων Δ΄) 20:2-8 TGV

2 Ο Εζεκίας γύρισε τότε το πρόσωπό του στον τοίχο και προσευχήθηκε στον Κύριο:

3 «Κύριε», είπε, «θυμήσου, σε παρακαλώ, πώς έζησα ενώπιόν σου με πιστότητα και με ευθύτητα καρδιάς, κι έπραξα ό,τι σου ήταν αρεστό!» Κι άρχισε να κλαίει γοερά.

4 Πριν βγει ο Ησαΐας από τη μεσαία αυλή, ήρθε σ’ αυτόν λόγος του Κυρίου:

5 «Γύρνα πίσω», του είπε ο Κύριος, «και πες στον Εζεκία, τον άρχοντα του λαού μου: “Ο Κύριος ο Θεός του Δαβίδ, του προγόνου σου, λέει: Άκουσα την προσευχή σου και είδα τα δάκρυά σου. Θα σε κάνω, λοιπόν, καλά· την τρίτη μέρα θ’ ανεβείς στο ναό του Κυρίου.

6 Θα σου δώσω άλλα δεκαπέντε χρόνια ζωής, και θα σας ελευθερώσω εσένα και την πόλη αυτή, από το βασιλιά της Ασσυρίας. Θα υπερασπιστώ αυτή την πόλη για να τιμήσω το όνομά μου και την υπόσχεση που έδωσα στο Δαβίδ, το δούλο μου”».

7 Μετά ο Ησαΐας είπε να ετοιμάσουν ένα κατάπλασμα από σύκα και να το βάλουν πάνω στην πληγή, για να γιατρευτεί ο βασιλιάς.

8 Ο Εζεκίας ρώτησε τον Ησαΐα: «Ποιο είναι το σημείο ότι ο Κύριος θα με κάνει καλά και ότι θ’ ανεβώ την τρίτη μέρα στο ναό του;»