Β΄ Χρονικων (Ή Παραλειπομενων Β΄) 25:17-23 TGV

17 Ο Αμασίας, βασιλιάς του Ιούδα, συμβουλεύτηκε τους αυλικούς του κι έστειλε αγγελιοφόρους στο βασιλιά του Ισραήλ Ιωάς, γιο του Ιωάχαζ και εγγονό του Ιηού, και του έλεγε: «Έλα ν’ αναμετρηθούμε!»

18 Αλλά ο Ιωάς απάντησε στον Αμασία: «Το αγκάθι που ήταν στο Λίβανο παράγγειλε στον κέδρο του Λιβάνου: “δώσε τη θυγατέρα σου γυναίκα στο γιο μου”. Αλλά ένα άγριο ζώο του Λιβάνου πέρασε και καταπάτησε το αγκάθι.

19 Εσύ τώρα όλο σκέφτεσαι ότι σύντριψες τους Εδωμίτες κι αυτό σε κάνει να περηφανεύεσαι και να θέλεις ν’ αποχτήσεις δόξα. Κάτσε εκεί που είσαι. Γιατί θες να προκαλέσεις συμφορά; Γιατί να σκοτωθείς εσύ και μαζί σου να ταλαιπωρηθεί κι ο λαός του Ιούδα;»

20 Αλλά ο Αμασίας δεν άκουγε τίποτα. Κι ήταν αυτό από το Θεό, για να τους κάνει να νικηθούν από τους εχθρούς, επειδή λάτρεψαν τους θεούς των Εδωμιτών.

21 Έτσι ο Ιωάς, βασιλιάς του Ισραήλ, πήγε κι αναμετρήθηκε με τον Αμασία, βασιλιά του Ιούδα, στη Βαιθ-Σεμές, πόλη που ανήκει στο βασίλειο του Ιούδα.

22 Ο στρατός του Ιούδα νικήθηκε από αυτόν του Ισραήλ και οι στρατιώτες έφυγαν καθένας για το σπίτι του.

23 Ο Ιωάς έπιασε αιχμάλωτο τον Αμασία στη Βαιθ-Σεμές και τον έφερε στην Ιερουσαλήμ. Εκεί γκρέμισε το τείχος της πόλης από την πύλη του Εφραΐμ ως την πύλη της Γωνίας, σε μάκρος περίπου τετρακοσίων πηχών.