Β΄ Χρονικων (Ή Παραλειπομενων Β΄) 36:10-16 TGV

10 Όταν μπήκε η άνοιξη, έστειλε ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ και πήρε τον Ιωαχίν αιχμάλωτο στη Βαβυλώνα, μαζί με τα πολύτιμα σκεύη του ναού του Κυρίου, κι έκανε βασιλιά στον Ιούδα και στην Ιερουσαλήμ το Σεδεκία, έναν θείο του Ιωαχίν.

11 Ο Σεδεκίας ήταν είκοσι ενός ετών όταν έγινε βασιλιάς, και βασίλεψε έντεκα χρόνια στην Ιερουσαλήμ.

12 Έπραξε ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο το Θεό του κι αρνήθηκε ν’ αναγνωρίσει τα σφάλματά του μπροστά στον προφήτη Ιερεμία, ο οποίος μιλούσε εκ μέρους του Κυρίου.

13 Επίσης ο Σεδεκίας επαναστάτησε εναντίον του βασιλιά Ναβουχοδονόσορ, που τον είχε ορκίσει στο Θεό να μείνει πιστός σ’ αυτόν. Αρνήθηκε με πείσμα να επιστρέψει στον Κύριο, το Θεό του Ισραήλ.

14 Επίσης, όλοι οι άρχοντες του Ιούδα, οι ιερείς και ο λαός της χώρας απίστησαν σε μεγάλο βαθμό· έφτασαν να τηρούν τα βδελυρά έθιμα των άλλων εθνών και βεβήλωσαν το ναό του Κυρίου, που ο ίδιος είχε αγιάσει στην Ιερουσαλήμ.

15 Ο Κύριος, ο Θεός των προγόνων τους, επειδή αγαπούσε το λαό του και το ναό, τον τόπο της κατοικίας του, τους έστελνε πάντοτε μηνύματα με τους απεσταλμένους του.

16 Αλλά αυτοί περιγελούσαν τους απεσταλμένους του Θεού, περιφρονούσαν τα λόγια τους και ειρωνεύονταν τους προφήτες του. Γι’ αυτό ο Κύριος οργίστηκε τόσο πολύ εναντίον του λαού του, ώστε δεν υπήρχε πια τρόπος σωτηρίας.