Γενεσισ 27:39-45 TGV

39 Τότε είπε ο Ισαάκ:«Μακριά από τα εύφορα μέρη της γηςθα κατοικείς,στερημένος απ’ τη δροσιά του ουρανού.

40 Από το ξίφος σου θα ζειςκαι δούλος θα ’σαι του αδερφού σου.Αν όμως επαναστατήσειςθ’ αποτινάξεις το ζυγό τουαπό τον τράχηλό σου».

41 Ο Ησαύ μίσησε τον Ιακώβ εξαιτίας της ευλογίας, που του είχε δώσει ο πατέρας του. «Κοντεύει ο καιρός», έλεγε, «που θα πενθήσουμε για το θάνατο του πατέρα μου. Τότε θα σκοτώσω τον αδερφό μου τον Ιακώβ».

42 Όταν έφτασαν στ’ αυτιά της Ρεβέκκας τα λόγια του μεγαλύτερου γιου της, έστειλε και κάλεσε τον Ιακώβ, και του είπε: «Ο αδερφός σου ο Ησαύ σχεδιάζει εκδίκηση και θέλει να σε σκοτώσει.

43 Άκουσέ με λοιπόν, παιδί μου: Σήκω και φύγε. Πήγαινε στον αδερφό μου το Λάβαν, στη Χαρράν,

44 και μείνε εκεί μαζί του λίγον καιρό, ώσπου να περάσει ο θυμός του αδερφού σου.

45 Όταν, λοιπόν, ξεθυμάνει η οργή του αδερφού σου εναντίον σου και ξεχάσει τι του έκανες, τότε εγώ θα στείλω και θα σε πάρω από ’κει. Γιατί να σας χάσω και τους δύο μέσα σε μια μέρα;»