1 Ένιωσα πάνω μου τη δύναμη του Κυρίου. Μ’ έβγαλε με το Πνεύμα του έξω, μ’ έφερε σε μια πεδιάδα που ήταν γεμάτη κόκαλα
2 και με περιέφερε πάνω απ’ αυτά. Τα κόκαλα ήταν πάρα πολλά και πολύ ξερά, απλωμένα στην πεδιάδα.
3 «Άνθρωπε», με ρώτησε, «μπορούν να γίνουν ζωντανοί άνθρωποι αυτά τα κόκαλα;» Κι εγώ απάντησα: «Κύριε, Θεέ, εσύ ξέρεις».
4 Τότε μου είπε: «Μίλα εκ μέρους μου σ’ αυτά τα κόκαλα και πες τους: “κόκαλα εσείς ξερά,
5 ο Κύριος ο Θεός σάς λέει: Προσέξτε! Εγώ θα φέρω πνοή μέσα σας και θα πάρετε ζωή.