6 Όταν το μήνυμα του Ιωνά έφτασε και στο βασιλιά της Νινευή, αυτός αμέσως κατέβηκε απ’ το θρόνο του, έβγαλε το μανδύα του από πάνω του, φόρεσε ένα πένθιμο ρούχο και κάθισε στις στάχτες.
7 Μετά έστειλε και τους κήρυκες να διακηρύξουν στη Νινευή: «Ακούστε τη διαταγή του βασιλιά και των μεγιστάνων του: Άνθρωποι και ζώα, βόδια και πρόβατα, να μη φάνε τίποτα ούτε να βοσκήσουν ούτε νερό να πιουν·
8 άνθρωποι και ζώα να σκεπαστούν με πένθιμα ρούχα. Καθένας σας να προσευχηθεί μ’ όλη τη δύναμή του στο Θεό· να σταματήσετε τις κακές σας πράξεις και τις αδικίες σας.
9 Ποιος ξέρει! Ίσως αλλάξει γνώμη ο Θεός· ίσως σταματήσει τη μεγάλη του οργή και δεν καταστραφούμε».
10 Όταν ο Θεός είδε πως οι Νινευίτες άφησαν την κακία τους, μετάνιωσε και δεν τους τιμώρησε όπως τους είχε προειδοποιήσει.