6 Ο Αδωνί-Βεζέκ, έφυγε για να σωθεί, αλλά τον καταδίωξαν, τον έπιασαν και του έκοψαν τα μεγάλα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών του.
7 Τότε είπε ο Αδωνί-Βεζέκ: «Εβδομήντα βασιλιάδες με κομμένα τα μεγάλα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών τους μάζευαν ό,τι έπεφτε κάτω από το τραπέζι μου. Ό,τι έκανα, ο Θεός τώρα μου το ανταπέδωσε». Τον έφεραν στην Ιερουσαλήμ και πέθανε εκεί.
8 Οι άντρες της φυλής Ιούδα πολέμησαν εναντίον της Ιερουσαλήμ, την κυρίεψαν, κατέσφαξαν τους κατοίκους της και παρέδωσαν την πόλη στη φωτιά.
9 Έπειτα έφυγαν για να πολεμήσουν τους Χαναναίους που κατοικούσαν στην ορεινή περιοχή, στην νότια περιοχή και κάτω στην πεδιάδα.
10 Χτύπησαν επίσης τους Χαναναίους που κατοικούσαν στη Χεβρών, πόλη που τ’ όνομά της μέχρι τότε ήταν Κιριάθ-Αρβά. Εκεί νίκησαν τις συγγένειες των Σεσαΐ, Αχιμάν και Ταλμαΐ.
11 Από ’κει οι άντρες της φυλής Ιούδα έφυγαν για να πολεμήσουν τους κατοίκους της Δεβείρ, που μέχρι τότε τ’ όνομά της ήταν Κιριάθ-Σεφέρ.
12 Ο Χάλεβ έκανε τη διακήρυξη: «Όποιος χτυπήσει την Κιριάθ-Σεφέρ και την κυριέψει, σ’ αυτόν θα δώσω την κόρη μου Αχσά για γυναίκα».