17 Αυτή συνέχισε να πέφτει στο λαιμό του και να κλαίει, ώσπου τέλειωσαν οι εφτά μέρες που κράτησε το συμπόσιο. Την έβδομη πια μέρα, της έδωσε τη λύση, γιατί τον είχε ταλαιπωρήσει πολύ. Κι αυτή έδωσε τη λύση του αινίγματος στους συμπατριώτες της.
18 Την έβδομη μέρα, πριν βασιλέψει ο ήλιος και μπει στο νυφικό δωμάτιο, οι άντρες της πόλεις τού είπαν:«Τι απ’ το μέλι πιο γλυκό;κι απ’ το λιοντάρι πιο δυνατό;»Κι αυτός τους απάντησε:«Αν με τη δαμαλίτσα μου δεν είχατε οργώσει,λύση στο αίνιγμά μου δεν θα είχατε δώσει».
19 Τότε ήρθε σ’ αυτόν το Πνεύμα του Κυρίου και κατέβηκε στην Ασκάλωνα, σκότωσε τριάντα άντρες, πήρε τα υπάρχοντά τους, έδωσε τα ρούχα σ’ εκείνους που έλυσαν το αίνιγμα και πήγε οργισμένος στο σπίτι του πατέρα του.
20 Τη γυναίκα του Σαμψών την έδωσαν στον κουμπάρο του, που ήταν φίλος του.