14 Όταν έφτασε στη Λεχί, οι Φιλισταίοι έτρεχαν με αλαλαγμούς να τον συναντήσουν. Τότε το Πνεύμα του Κυρίου ήρθε πάνω του, και τα σχοινιά που έδεναν τα μπράτσα του έσπασαν σαν λινές κλωστές καμένες στη φωτιά, και οι χειροπέδες του κομματιάστηκαν κι έπεσαν απ’ τα χέρια του.
15 Κάπου εκεί βρήκε το σαγόνι ενός πρόσφατα σκοτωμένου γαϊδουριού, το πήρε στο χέρι του και σκότωσε μ’ αυτό χίλιους άντρες.
16 Τότε είπε:«Μ’ ένα σαγόνι γαϊδουριού τους ξέκανα,μ’ ένα σαγόνι γαϊδουριού σκότωσα χίλιους άντρες».
17 Μετά απ’ αυτό, πέταξε το σαγόνι από το χέρι του. Κι ονόμασαν εκείνο τον τόπο Ραμάθ-Λεχί (Απόρριψη).
18 Ξάφνου δίψασε πάρα πολύ και φώναξε στον Κύριο: «Εσύ μέσω του δούλου σου έδωσες τη μεγάλη αυτή σωτηρία· και τώρα να πεθάνω από δίψα και να πέσω στα χέρια των απερίτμητων;»
19 Τότε ο Θεός έσχισε το κοίλωμα του βράχου που βρίσκεται στη Λεχί, και βγήκε από ’κει νερό· ήπιε ο Σαμψών κι αναζωογονήθηκε και έζησε. Γι’ αυτό ονόμασε την πηγή εκείνη Αιν-Ακκορέ (Πηγή Επικαλουμένου)· κι αυτή σώζεται μέχρι σήμερα στη Λεχί.
20 Ο Σαμψών κυβέρνησε τον Ισραήλ στις μέρες των Φιλισταίων για είκοσι χρόνια.