21 Τους πήρε το ποτάμι του Κισών,ο Κισών, το πανάρχαιο ποτάμι.Περπάτησε με δύναμη, ψυχή μου!
22 Τότε μ’ ορμή χτυπήσαν των αλόγων οι οπλέςκαθώς καλπάζουν, φεύγοντας οι καβαλάρηδες.
23 «Καταραστείτε τη Μηρώζ»,είπε ο άγγελος Κυρίου·«σκληρά καταραστείτε τους κατοίκους της!Δεν ήρθαν σε βοήθεια του Κυρίου,δεν πολεμήσανε μαζί με τους γενναίους του ήρωες».
24 Η πιο ευλογημένη ας είναι απ’ τις γυναίκες η Ιαήλ,του Χέβερ η γυναίκα, του Κεναίου.Απ’ τις γυναίκες όλες που κατοικούνε σε σκηνές,αυτή ας είν’ η πιο ευλογημένη.
25 Νερό της ζήτησε ο Σίσερα, κι εκείνη γάλα του ’δωσε·γάλα ολόπαχο του πρόσφερε μες σε πολύτιμη γαβάθα.
26 Το ’να της χέρι άδραξε τον πάσσαλοκαι το δεξί της το σφυρί των εργατών.Και χτύπησε το Σίσερα, το κεφάλι του το κομμάτιασε·του τρύπησε απ’ άκρη σ’ άκρη το μηλίγγι.
27 Στα πόδια της αυτός σωριάστηκε,έπεσε κι εκεί έμεινε.Μπροστά στα πόδια της σωριάστηκε, έπεσε κάτω.’Κει που σωριάστηκε, εκεί έμεινε νεκρός.