52 «Εκείνοι που χωρίς λόγο μ’ εχθρεύονται,με καταδίωξαν σαν να ’μουνα πετούμενο.
53 Μ’ έριξαν ζωντανό μες σ’ ένα λάκκοκαι κλείσαν με μια πλάκα το άνοιγμα.
54 Τα νερά έφτασαν στο λαιμό μουκαι μέσα μου είπα:“χάθηκα!”
55 Επικαλέστηκα το όνομά σου, Κύριε,απ’ τα βαθιά του λάκκου.
56 Είπα: “το αυτί σου μην το κλείσειςστο στεναγμό μου, στην κραυγή μου”.Και τη φωνή μου εσύ την άκουσες.
57 Όταν σε φώναξα ήρθες κοντάκαι μού ’πες: “μη φοβάσαι!”
58 Έγινες υπερασπιστής μου, Κύριε, στη δίκη μου,έσωσες τη ζωή μου.