1 Αλίμονο, πώς το χρυσάφι θάμπωσε,πώς αλλοιώθηκε το καθαρό χρυσάφι!Οι πέτρες οι ιερές διασκορπίστηκανστου κάθε δρόμου τις γωνιές!
2 Οι νέοι της Σιών που ήταν πολύτιμοικαι μέτραγαν το βάρος τους σε καθαρό χρυσάφιτώρα σαν σκεύη λογαριάζονται πήλινασαν κοινά έργα αγγειοπλάστη.
3 Και τα τσακάλια ακόμη στα μικρά τουςδίνουν το γάλα τους και τα φροντίζουνε.Μα οι γυναίκες του λαού μου γίνανε σκληρέςκι αδιάφορες σαν στρουθοκάμηλοι στην έρημο.
4 Κολλάει η γλώσσα των βρεφώνστον ουρανίσκο από τη δίψα·ψωμί ζητάνε τα παιδιά,κι ούτ’ ένας δεν υπάρχει να τους δώσει.
5 Αυτοί που τρέφονταν με φαγητά εκλεκτάστους δρόμους ξεψυχούν από την πείνα·αυτοί που ανατράφηκαν με πολυτέλειες,κείτονται τώρα στην κοπριά.
6 Η διαστροφή του λαού μου ήταν χειρότερηακόμη κι απ’ την αμαρτία των Σοδόμων,που με μιας καταστράφηκαν,χωρίς τη μεσολάβηση χεριών.