16 Θαρρεί ο τεμπέλης τον εαυτό του πιο σοφό από εφτά ανθρώπους ειδικούς να δώσουν γνώμη.
17 Μοιάζει μ’ αυτόν που πιάνει σκύλο απ’ τ’ αυτιά, ο διαβάτης που μπερδεύεται σε ξένη φασαρία.
18 Σαν το μανιακό, που ρίχνει φλόγες και θανατηφόρα βέλη,
19 έτσι είν’ ο άνθρωπος που απατάει το διπλανό του κι ύστερα λέει: «στ’ αστεία το ’κανα!»
20 Όπου τα ξύλα λείπουν, σβήνει η φωτιά· κι όπου δεν βάζουν λόγια, η διχόνοια παύει.
21 Κάρβουνα για την ανθρακιά, για τη φωτιά τα ξύλα, κι ο άνθρωπος ο εριστικός φιλονικίες ν’ ανάβει.
22 Του συκοφάντη τα λεγόμενα είναι σαν λιχουδιές· ως της κοιλιάς τα βάθη κατεβαίνουν.