1 Άνοιξε τις πύλες σου, Λίβανε, φωτιά ας καταφάει τους κέδρους σου!
2 Θρηνήστε, κυπαρίσσια! Έπεσαν οι κέδροι, τα μεγαλόπρεπα δέντρα εξαφανίστηκαν. Θρηνήστε, βελανιδιές της Βασάν! Το αδιάβατο δάσος κόπηκε σύρριζα.
3 Ακούστε το θρήνο των βοσκών, που τα κοπάδια τους καταστράφηκαν. Ακούστε πώς μουγκρίζουν τα λιονταρόπουλα, γιατί οι μικροί θάμνοι του Ιορδάνη ερημώθηκαν.
4 Ο Κύριος ο Θεός μου μου είπε: «Φρόντισε τα πρόβατα που είναι για σφάξιμο,
5 που οι ιδιοκτήτες τους τα σφάζουν χωρίς να νιώθουν καμιά ενοχή. Τα πουλάνε και λένε: “δόξα τω θεώ, τα οικονομήσαμε!” Κι ούτε οι βοσκοί τους δεν τα λυπούνται».
6 Ο Κύριος λέει: «Ούτε κι εγώ θα λυπηθώ πια τους κατοίκους της γης. Θα παραδώσω τον καθένα στην αυθαιρεσία του γείτονά του και του βασιλιά του. Ας καταστρέψουν τη γη οι βασιλιάδες· εγώ δεν πρόκειται να γλιτώσω τους λαούς από την εξουσία τους».