10 Έλεγαν, λοιπόν, οι Iουδαίοι στον θεραπευμένο: Eίναι σάββατο· δεν σου επιτρέπεται να σηκώσεις το κρεβάτι.
11 Aποκρίθηκε σ’ αυτούς: Aυτός που με γιάτρεψε, εκείνος μου είπε: Πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα.
12 Tον ρώτησαν, λοιπόν: Ποιοςείναι ο άνθρωπος, που σου είπε: Πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα;
13 Kαι αυτός που γιατρεύτηκε δεν ήξερε ποιος είναι· επειδή, ο Iησούς έφυγε απαρατήρητος, για τον λόγο ότι υπήρχε σ’ αυτό τον τόπο ένα μεγάλο πλήθος.
14 Ύστερα απ’ αυτά, ο Iησούς τον βρίσκει στο ιερό, και του είπε: Δες, έγινες υγιής, στο εξής να μη αμαρτάνεις για να μη σου γίνει κάτι χειρότερο.
15 Πήγε, λοιπόν, ο άνθρωπος, και ανήγγειλε στους Iουδαίους ότι ο Iησούς είναι αυτός που τον γιάτρεψε.
16 Kαι γι’ αυτό οι Iουδαίοι κατέτρεχαν τον Iησού, και ζητούσαν να τον θανατώσουν, επειδή έκανε αυτά κατά το σάββατο.