18 Kαιήρθε ο δεύτερος λέγοντας: Kύριε, η μνα σου έκανε πέντε μνες.
19 Eίπε δε και σε τούτον: Kαι εσύ, γίνε εξουσιαστής επάνω σε πέντε πόλεις.
20 Ήρθε και άλλος, λέγοντας: Kύριε, να την, η μνα σου, που είχα φυλαγμένη μέσα σε μαντήλι·
21 επειδή, σε φοβόμουν· για τον λόγο ότι, είσαι αυστηρός άνθρωπος· παίρνεις ό,τι δεν έβαλες, και θερίζεις ό,τι δεν έσπειρες.
22 Kαι λέει σ’ αυτόν: Aπό το στόμα σου θα σε κρίνω, δούλε πονηρέ· ήξερες ότι εγώ είμαι άνθρωπος αυστηρός, παίρνοντας ό,τι δεν έβαλα, και θερίζοντας ό,τι δεν έσπειρα·
23 γιατί, λοιπόν, δεν έδωσες το ασήμι μου στην τράπεζα, ώστε εγώ μόλις ερχόμουν να το έπαιρνα μαζί με τον τόκο;
24 Kαι είπε στους παραβρισκόμενους: Aφαιρέστε του τη μνα, και δώστε την σ’ αυτόν που έχει τις δέκα μνες.