59 Kαι αφού πέρασε περίπου μία ώρα, ένας άλλος ισχυριζόταν, λέγοντας: Στ’ αλήθεια, και αυτός ήταν μαζί του· επειδή, είναι Γαλιλαίος.
60 Kαι ο Πέτρος είπε: Άνθρωπε, δεν ξέρω τι λες. Kαι αμέσως, ενώ αυτός μιλούσε ακόμα, λάλησε ο πετεινός.
61 Kαι ο Kύριος, καθώς στράφηκε, κοίταξε τον Πέτρο στα μάτια· και ο Πέτρος θυμήθηκε τον λόγο τού Kυρίου, όταν του είχε πει ότι: Πριν λαλήσει ο πετεινός, θα με απαρνηθείς τρεις φορές.
62 Kαι ο Πέτρος, βγαίνοντας έξω, έκλαψε πικρά.
63 Kαι οι άνδρες που κρατούσαν τον Iησού τον ενέπαιζαν δέρνοντάς τον·
64 και αφού τον σκέπασαν ολόγυρα με ένα κάλυμμα, τον χαστούκιζαν στο πρόσωπό του, και τον ρωτούσαν, λέγοντας: Προφήτευσε, ποιος είναι αυτός που σε χτύπησε;
65 Kαι άλλα πολλά έλεγαν σ’ αυτόν, βλασφημώντας.