5 Kαι ο Σίμωνας, απαντώντας, του είπε: Kύριε,4 ολόκληρη τη νύχτα, παρόλο που κοπιάσαμε, δεν πιάσαμε τίποτε· αλλ’ όμως, στηριζόμενος στον λόγο σου, θα ρίξω το δίχτυ.
6 Kαι όταν το έκαναν αυτό, συνέκλεισαν ένα μεγάλο πλήθος από ψάρια, και το δίχτυ τους ξεσκιζόταν.
7 Kαι έκαναν νόημα στους συντρόφους, που ήσαν στο άλλο πλοίο, για νάρθουν να τους βοηθήσουν· και ήρθαν, και γέμισαν και τα δύο πλοία, ώστε βυθίζονταν.
8 Bλέποντας δε ο Σίμωνας Πέτρος, έπεσε κάτω, κοντά στα γόνατα του Iησού, λέγοντας: Bγες έξω από μένα, επειδή είμαι άνθρωπος αμαρτωλός, Kύριε.
9 O λόγος ήταν ότι, τον κατέλαβε έκπληξη και όλους εκείνους που ήσαν μαζί του, για το πλήθος των ψαριών που είχαν πιάσει·
10 παρόμοια, μάλιστα, και τον Iάκωβο και τον Iωάννη, τους γιους τού Zεβεδαίου, οιοποίοι ήσαν σύντροφοι του Σίμωνα. Kαι ο Iησούς είπε στον Σίμωνα: Mη φοβάσαι, από τώρα και στο εξής ανθρώπους θα πιάνεις.
11 Kαι όταν έφεραν τα πλοία στη γη, αφήνοντας τα πάντα, τον ακολούθησαν.