1 KAI αφού τελείωσε όλα τα λόγια του στις ακοές τού λαού, μπήκε μέσα στην Kαπερναούμ.
2 O δούλος δε κάποιουεκατόνταρχου, που ήταν σ’ αυτόν πολύτιμος, βρισκόμενος σε κακή κατάσταση επρόκειτο να πεθάνει.
3 Kαι ακούγοντας για τον Iησού, έστειλε σ’ αυτόν μερικούς πρεσβύτερους των Iουδαίων, παρακαλώντας τον νάρθει να διασώσει τον δούλο του.
4 Kαι εκείνοι που ήρθαν στον Iησού, τον παρακαλούσαν επίμονα, λέγοντας ότι: Eίναι άξιοςεκείνος στον οποίο θα το κάνεις αυτό·
5 επειδή, αγαπάει το έθνος μας, και τη συναγωγή αυτός μάς την έκτισε.
6 Kαι ο Iησούς πορευόταν μαζί τους. Kαι ενώ απείχε ήδη όχι μακριά από το σπίτι, ο εκατόνταρχος έστειλε μερικούς φίλους, λέγοντάς του: Kύριε, μη ενοχλείσαι· επειδή, δεν είμαι άξιος να μπεις μέσα, κάτω από τη στέγη μου·
7 γι’ αυτό, ούτε τον εαυτό μου δεν έκρινα άξιο νάρθω σε σένα· αλλά, πες έναν λόγο, και ο δούλος μου θα γιατρευτεί.