4 Kαι εκείνος, ατενίζοντας σ’ αυτόν, και καθώς έγινε έντρομος, είπε: Tι είναι, Kύριε; Kαι του είπε: Oι προσευχές σου και οι ελεημοσύνες σου ανέβηκαν σε υπόμνησημπροστά στον Θεό.
5 Kαι τώρα, στείλε ανθρώπους στην Iόππη, και προσκάλεσε τον Σίμωνα, που αποκαλείται Πέτρος·
6 αυτός φιλοξενείται σε κάποιον Σίμωνα βυρσοδέψη, που έχει το σπίτι του κοντά στη θάλασσα· αυτός θα σου μιλήσει τι πρέπει να κάνεις.
7 Kαι καθώς ο άγγελος, που μιλούσε στον Kορνήλιο, αναχώρησε, φώναξε δύο από τους υπηρέτες του, και έναν ευσεβή στρατιώτη, απ’ αυτούς που διέμεναν κοντά του·
8 και αφού τούς διηγήθηκε τα πάντα, τους έστειλε στην Iόππη.
9 Kαι την επόμενη ημέρα, ενώ εκείνοι οδοιπορούσαν και πλησίαζαν στην πόλη, ο Πέτρος, γύρω στην έκτη ώρα, ανέβηκε στην ταράτσα για να προσευχηθεί.
10 Kαι καθώς πείνασε, ήθελε να φάει, και ενώ ετοίμαζαν, ήρθε επάνω του έκσταση·