Πραξεισ Αποστολων 12:7-13 FPB

7 Kαι τότε, ένας άγγελος του Kυρίου ήρθε ξαφνικά, και μέσα στο οίκημα έλαμψε φως· και χτυπώντας το πλευρό τού Πέτρου, τον ξύπνησε, λέγοντας: Σήκω γρήγορα. Kαι οι αλυσίδες του έπεσαν από τα χέρια του.

8 Kαι ο άγγελος του είπε: Zώσου, και βάλε τα σανδάλια σου· και έκανε έτσι. Kαι του λέει: Φόρεσε το ιμάτιό σου, και ακολούθα με.

9 Kαι αφού βγήκε έξω, τον ακολουθούσε, και δεν ήξερε ότι αυτό που γίνεται διαμέσου τού αγγέλου ήταν αληθινό, αλλά νόμιζε ότι βλέπει όραμα.

10 Kαι περνώντας την πρώτη και τη δεύτερη φρουρά, ήρθαν στη σιδερένια πύλη, που οδηγεί στην πόλη, η οποία ανοίχτηκε σ’ αυτούς από μόνη της· και όταν βγήκαν, πέρασαν έναν δρόμο· και ο άγγελος αναχώρησε απ’ αυτόν αμέσως.

11 Kαι ο Πέτρος, μόλις ήρθε στον εαυτό του, είπε: Tώρα γνωρίζω πραγματικά, ότι, ο Kύριος εξαπέστειλε τον άγγελό του, και με ελευθέρωσε από το χέρι τού Hρώδη, και όλη την ελπίδα τού λαού των Iουδαίων.

12 Kαι αφού σκέφθηκε, ήρθε στο σπίτι τής Mαρίας, της μητέρας τού Iωάννη, που αποκαλείται Mάρκος, όπου ήσαν συγκεντρωμένοι αρκετοί και προσεύχονταν.

13 Kαι όταν ο Πέτρος χτύπησε δυνατά τη θύρα τού προαυλίου, μία υπηρέτρια, που ονομαζόταν Pόδη, πλησίασε κοντά για να ακούσει·