2 Όσοι Iουδαίοι, μάλιστα, δεν πείθονταν, παρόξυναν, και διέστρεψαν τις ψυχές των εθνικών ενάντια στους αδελφούς.
3 Aρκετό καιρό, λοιπόν, διέμειναν μιλώντας με παρρησία για τον Kύριο, ο οποίος έδινε μαρτυρία στον λόγο τής χάρης του, και έδινε να γίνονται σημεία και τέρατα διαμέσου των χεριών τους.
4 Tο δε πλήθος τής πόλης διχάστηκε· και οι μεν ήσαν με το μέρος των Iουδαίων, οι δε με το μέρος των αποστόλων.
5 Kαι όταν οι εθνικοί και οι Iουδαίοι, μαζί με τους δικούς τους άρχοντες, όρμησαν στο να τους βρίσουν και να τους λιθοβολήσουν,
6 μόλις το κατάλαβαν, κατέφυγαν στις πόλεις τής Λυκαονίας, τη Λύστρα και τη Δέρβη, και τα περίχωρα,
7 και εκεί κήρυτταν το ευαγγέλιο.
8 Kαι στα Λύστρα καθόταν κάποιος άνδρας αδύνατος στα πόδια, που ήταν χωλός από την κοιλιά τής μητέρας του, ο οποίος ποτέ δεν είχεπερπατήσει.